Κυριακή 19 Ιουλίου 2015

Ψηλάφιση (Groping)

(English below)
Αναλογιζόμενος, κάποιος, το τι αποτελεί ανάμεσα στους ανθρώπους μεταχείριση ευνοϊκή και τι δυσμενή, τι δηλαδή αναζητούμε ως άνθρωποι από τους άλλους και τι προσφέρουμε σε αφθονία, προς τους πιο αγαπητούς - κι από την άλλη - σε τι καταδικάζουμε τους απεχθέστερους των μισητών μας και τι απευχόμαστε και 'ξορκίζουμε από τη μοίρα μας, τα συμπεράσματα που θα βγάλει συγκλίνουν στην ίδια εννοιολογική περιοχή.
Επιπλέον αυτού, αδιαφορώντας κανείς για την υποκειμενικότητα τους, τις εννοιολογικές και σημειολογικές διαφωνίες, συγκλίνουν τα συμπεράσματά του, ανά περίπτωση, στα αντικρινά πέρατα της κατάστασης τού ατόμου.

Αν ψάξουμε λέξεις και έννοιες για την εστία στην οποία στρεφόμαστε, θα βρει κανείς ομότιμες με αυτές της πολυτραγουδισμένης αγάπης, της φιλίας, της εκτίμησης, του έρωτα και της επιθυμίας - της αποθέωσης ίσως, και της λατρείας, αλλά τι άλλο είναι αυτά από υπερβολές των προηγουμένων;
Σαν απαθανάτιση όλων αυτών, η δόξα και η υστεροφημία.

Κι αν κοιτάξουμε πλαγίως και κρυφά, για να μην προκαλέσουμε τη μάνητα, το αποφευκτέο, θα βρούμε λέξεις να ομοιάζουν την αδιαφορία, την αποστροφή, τον εξοστρακισμό και την απομόνωση - απόλυτα και τελεσίδικα, τη θανάτωση - τον εξευτελισμό, τη σιχασιά και τη σπίλωση.


Ενώ μπορούμε να στήσουμε συζητήσεις και διαλόγους γύρω από το τι είναι όλα τούτα, τι σημαίνουν και τι σήμαιναν στην ιστορία, στις ηπείρους και στις θάλασσες, αυτό που είτε συνειδητά, είτε κρυφά ακόμα κι απ' τους εαυτούς μας αναγνωρίζουμε, είναι το αποτέλεσμα αυτών και η χώρα, ο τόπος τους.

Κι αν έχουμε να κάνουμε με χώρα και τόπο, είναι γιατί η απόσταση είναι το μέτρο που αναδεικνύει την κλίμακα από τη μία στην άλλη κατάσταση. Με την εγγύτητα να αποτελεί το ζητούμενο και την απομάκρυνση το αποφευκτέο.

Κι αυτό, ως γεγονός, φαίνεται να το έχουμε βαθιά ριζωμένο στη φύση μας. Όχι μόνο σαν είδος, αλλά ακόμα και σαν συνομοταξία. Φαίνονται, δηλαδή, και τα κοντινά στον άνθρωπο ζώα, είτε λόγω ομοιότητας στον τόπο διαβίωσης, είτε στα χαρακτηριστικά, να έχουν ως κοινή επιθυμία στη χαρά και την στοργή τους να θέλουν να μειώσουν την απόσταση μεταξύ τους. Κι όπως αυτά, έτσι και εμείς.
Κι όταν τη μηδενίσουμε, και αγγίχτούμε, στερημένοι, με την δίψα μας ακόμα καυτερή, σφιγγαγκαλιαζόμαστε όσο να γίνουμε ένα.


Περισσότερο για την απεικόνιση, παρά για την απόδειξη των παραπάνω, άξιζει κάποιος να αναλογιστεί πως το όνομα που δώθηκε στην ομάδα των ανθρώπων η οποία στον ινδουισμό δεν συγκαταλέγεται σε καμμία κάστα είναι "ανέγγιχτοι".

Τόσο στην εκούσια όσο και στην ακούσια, δε, σωματική στάση και συμπεριφορά, θα παρατηρήσουμε πως πρόσωπα που αναγκάζονται να βρίσκονται στον ίδιο χώρο, παρά κάποια αντιπάθεια που μπορεί να τους συνδέει, τείνουν να απομακρύνονται. Ή, όταν αυτό δεν είναι εφικτό, λόγω κοινωνικών συμβάσεων για παράδειγμα, να στέκονται με τέτοιο τρόπο που να διατηρούν την μέγιστη δυνατή αποστροφή - αν όχι απόσταση - ανάμεσα στις αγκάλες τους.
Όμοια με το όταν όμοιοι πόλοι μαγνητών βιάζονται να παραμένουν κοντά. Εικόνα και αίσθηση που χωρίς επεξήγηση ταιριάζει με τη λέξη "απώθηση".

Ωστόσο, αν και υπάρχουν τα μύρια όσα παραδείγματα για την απώθηση, το στοιχείο που αξίζει ειλικρινά την αναφορά που έχει γίνει σ' αυτό, είναι η έλξη. Η έλξη ως συνθήκη, που υπάρχει ανάμεσα σε ανθρώπους που τους συνδέει φιλία, αγάπη. Αλλά και ως ανάγκη - λιγότερο τραγουδισμένη-, που ως ανάγκη δεν απευθύνεται απαραίτητα προς ένα συγκεκριμένο άτομο, αλλά έχει ανάγκη ένα άτομο, για να μπορέσει να βρει διέξοδο.


Από νήπια, τον δεύτερο καθορισμό των πραγμάτων, την τοποθέτηση τους, μετά την πρώτη όψη, την κάνουμε αδράττοντας, αγγίζοντας. Και με το άγγιγμα, κατόπιν, λέμε πως "νιώσαμε" τα πράγματα. Από την άλλη, όταν λέμε "πώς έννιωσες το τάδε", τις φορές που δεν αναφερόμαστε σε συναισθήματα που προκλήθηκαν, κυρίως αναφερόμαστε στην αίσθηση της αφής.
Η λυδία λίθος, επιπλέον, που δικάζει το αν τα πράγματα όντως είναι, ή αποτελούν αποκυήματα του νου μας, είναι ετούτος ο μηδενισμός της απόστασης. Η αλήθεια, δηλαδή, τείνει να διατηρεί τον χαρακτήρα του απτού:
Το "απτό" ή το "χειροπιαστό παράδειγμα". Σε άλλες γλώσσες, "η πραγματικότητα, που με χαστούκισε στο πρόσωπο" και διαλύθηκαν οι παραισθήσεις μου, είναι παραδείγματα αυτής της εντύπωσης.


Κάπου βαθιά στη συνείδησή μας, ή ακόμα πιο κάτω από αυτή, έχουμε ανάγκη την εγγύτητα και (προτιμότερα) τον μηδενισμό της απόστασης, το να αγγίξουμε τα όντα, ώστε να εδραιώσουμε εντός μας την ύπαρξή τους.
Από αυτό το γεγονός, δε, πηγάζει η αντανάκλασή του. Για να εδραιώσουμε εντός των άλλων την ύπαρξή μας, θεωρούμε πως έχουμε ανάγκη το να τους αγγίξουμε. Το ίδιο αυτό άγγιγμα, αποδεικνύει εντός μας την ύπαρξη. Τη δική μας, όσο και των άλλων.

Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, αν κάποιος άνθρωπος που προσπαθεί να γραπωθεί από τη ζωή, κρατάει σφιχτά τους άλλους. Ή, αν το άγγιγμα προκαλεί ανακούφιση και ευφορία, ακόμα και σε ανθρώπους που κάποια ασθένεια τούς έχει στερήσει το μεγαλύτερο μέρος της συνείδησης. Αν, τη στιγμή του υποβόσκοντος φόβου, τα παιδιά γραπώνονται από τον γονιό, οι ενήλικοι σφιχτοκρατιούνται από τα χέρια. Αν, στην ώρα που η μοναξιά της φευγαλέας ύπαρξης πνίγει τη σκέψη, αναζητούμε ανάπαυση και παρηγορία στην επαφή.

(Ελληνικά παραπάνω)

Upon reflection on what constitutes between human beings a favorable treatment or not, meaning, what we look for -us humans- from the others and what we offer in abundance to the most loved ones, and then to what we condemn the most repellant of our hated ones and what we exorcise from our fate, one will draw conclusions that converge towards the same meaning.
On top of that, not caring about the subjectiveness, the disagreements, conceptual and semantic differences, one's conclusions will converge towards the antipodes of the person's status.

If we search for words and meanings pointing towards the place we are drawn and focused upon, we'll find ones equivalent to that of the ever-sung love, friendship, esteem and desire. Of deification maybe, of worship, but what other are those than the exaggeration of the earlier? The immortalization of all those, glory and posthumous fame.

And if we look with the corner of our eye, in order not to wake the fury, towards the avoidable, we'll find words that are similar to indifference, repulsion, ostracism and isolation -absolute and final, the killing- humiliation, abomination and defilement.

While we may start conversations and dialogues around what all those are, what do those words mean, both now and in history, in the seven seas and continents, what we recognize in full consciousness or secretly from our own selves, is their result, their land and place.

And if it's land and place, what we are dealing with, it is because the distance is the measure to scale from one status to another. With proximity to be the desired and remoteness to be the avoidable.

That, as a fact, seems to be deeply rooted in our nature. Not only as a species, but even as an order. Animals that are close -in the manner of living, traits, physically or genetically- to humans to share the drive to reduce the distance from one-another when they are joyful or affectionate. Like them, so are we. And when we eradicate the distance and touch one-another, deprived, with our thirst still hot, we hung tight, until we become one.


Mostly for drawing a picture, and less to prove the above, one may reflect on the given name of the group of people that belongs to no cast by Hinduism: the "untouchables" (Dalits).

In the involuntary, as much as in the voluntary body language, we will observer that individuals that are forced to be in the same place, despite some dislike that connects them, they tend to stray away. If that is not possible, due to -say- social contract, they stand in such a way that they keep the maximum distance between their laps. That is similar with when we try to keep the same magnet poles close. An image and a feeling that with no further explanation fits the word "repulsion".

Though, even if there are myriads of examples for the repulsion, the element trully worthy of its references, is 
attraction. Attraction as a condition, exists between people that are connected through friendship, love. And as a need (less sung) which, being such, is not addressed towards one and only person, needs a person, in order to be realized.


Since we were infants, when we were re-defining and re-classifying things, after the first glance, we were groping, fumbling, touching. And by touching, we say afterwards that we "felt" things. On the other hand, we ask "how did it feel". When we are not talking about sentiments that "it" woke, we are talking about the sense of touch (tactile).
The "touching stone", also, by which method we determine whether things are as they seem or if they are just illusions, consists of the same elimination of distance. It's by using the sense of touch. That is to say, the truth is keeping a tangible character:
The "tangible example". In some languages, "the reality slapped me in my face" and I was disillusioned. Those are examples of the same impression we have.


Somewhere deep in our consciousness, or deeper beneath it, we keep the need for proximity and (preferably) the elimination of distance, to touch the beings, so to establish within us their existence.
And from that fact, springs its reflection. In order to establish within others our own existence, we believe we need to touch them. The one and the same touch, proves within us the existence. The one of ours and equally of the others.

It is not bizarre, therefore, if the person that tries to hold on to life grips the others. Or, if the touch brings comfort and euphoria, even to those partially deprived of a part of their consciousness, due to an illness, for instance. If, at the time of the undergrowth fear, children grab their parents, grownups hold hands fast. If, when the thought is drowning in the loneliness of the fleeting existence, we seek relief and consolation in contact.