(English following)
Πέρασα την παιδική και πρώιμη εφηβική μου ηλικία ως μέλος μιας μέσης οικογένειας. "Μέση" υπό την έννοια της κοινότυπης μάλλον, παρά ως προς την κοινωνική ή οικονομική της επιφάνεια.
Το περιβάλλον στο οποίο έζησα, δε θα μπορούσε να είναι το περιβάλλον κανενός παραμυθιού, όπως αυτών που μου αρέσει να διαβάζω ή να σκαρφίζομαι. Αυτό, γιατί δεν περιείχε κανένα εξαιρετικό στοιχείο. Δεν είχε κανένα μαγικό χαρακτηριστικό, που θα έκανε το παραμύθι να ξετυλιχτεί από μέσα του. Ιδίως με εμένα τον ίδιο ως ήρωα. Δεν ήμουν ιδιαίτερα όμορφος ή έξυπνος. Δεν τραγουδούσα ή χόρευα, ούτε ήμουν καλός σε κάποια τέχνη. Του ράφτη, του τσαγκάρη, του ζωγράφου, του μουσικού. Υπήρξε μια κιθάρα στο σπίτι, στην οποία ο αδελφός μου μάθαινε τραγούδια. Και η δασκάλα του, εξαδέλφη που -επειδή ήταν δασκάλα, και δίδασκε κάτι μουσικό- είχε μίαν ιδιαίτερη σημασία και απέπνεε αυθεντία. Βρισκόταν σε απευθείας σύνδεση με κάτι πέρα από την πραγματικότητα. Κάτι που βρίσκει κανείς στα καταστήματα δίσκων, στο ραδιόφωνο και -φαντάσου- στην τηλεόραση! Αν μόνο φανταζόταν κάποιος πως η κιθάρα στα χέρια της δεν ήταν κιθάρα, αλλά η βακτηρία ενός μάγιστρου ή ο τρίποδας της Πυθίας, σε "απευθείας σύνδεση" με τις μούσες και τον θεό του φωτός...
Είχα, πράγματι, δει θέατρο. Θυμάμαι, πολύ μικρός, στο δημοτικό, να έχει φιλοξενηθεί μια θεατρική παράσταση στο σχολείο. Ήταν το σχολείο εκεί που τώρα είναι το 3ο Λύκειο Αιγάλεω. Ακόμα θυμάμαι τα δύο επίπεδα στην αυλή και το πως η περιοχή ονομαζόταν από κάποιους "τα ρώσικα", λόγω των Ποντίων προσφύγων από την τότε "Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών". Τι μου έμεινε από την παράσταση αυτή; Σε κάποια στιγμή, ένας ηθοποιός σταμάτησε και παραπονέθηκε πως τέτοια φασαρία δεν είχε ξανασυναντήσει σε άλλο σχολείο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά πως είχε κρατήσει τη στάση του, με τα χέρια του όπως ήταν στο ρόλο του, στα τριάντα εκατοστά από το πρόσωπό του και το ένα πόδι του μπροστά από το άλλο. Κράτησε τη στάση του, αλλά το μόνο που έσπασε τον ρόλο ήταν το κεφάλι του, που γύρισε να απευθυνθεί στα ατίθασα παιδιά. Τα κατάφερε να απαλύνει λίγο την αναμπουμπούλα και ξαναγύρισε στον ρόλο του. Το ξαναφτιάχνω με το νου μου, σα να ξεπρόβαλλε το κεφάλι του από το πανί του κινηματογράφου και κατόπιν να γύρισε. Ποια ήταν η ταινία τού Γούντι Άλεν; Το Πορφυρό Ρόδο του Καΐρου. Δεν ήταν όμως αυτή η περίσταση που συνειδητοποίησα πόσο απόκοσμος είναι ο αυτός ο κόσμος της τέχνης. Πόσο με ξεπερνούσε.
Στην πρώιμη εφηβεία μου (και πιο πριν, υπό άλλες συνθήκες), πήγαινα τα καλοκαίρια με τον πατέρα μου στο χωριό του. Στην κεντρική πλατεία του, όπου βρισκόντουσαν δυο(!) μπακάλικα, το μανάβικο, το πρακτορείο τύπου, το κρεοπωλείο και το κατάστημα του Ο.Τ.Ε., τα καφενεία, ο κόμβος στον οποίο συναντιόντουσαν τέσσερις διαφορετικές στράτες (και μπορείς να μετρήσεις και πέντε) ήταν "ελεύθερος" από νησίδες, ή από οτιδήποτε παραπάνω από τα πεζοδρόμια των κτηρίων. Ένα καλοκαιρινό βράδυ, λοιπόν, τότε και εκεί μαγεύτηκα. Πέρασε από το χωριό μια οικογένεια ακροβατών. Ο πατέρας και δυο αδέλφια. Ένα αγόρι και ένα κορίτσι. Ήρθανε στην "πλατεία", τοποθετήσανε τα όργανά τους, τους κρίκους, τα στεφάνια, τα παραφερνάλιά τους, και υπό την περιγραφή του πατέρα, επιδόθηκαν σε ακροβατικά απίστευτα.
Ήτανε, άραγε, απίστευτα; Δεν είχα ήδη δει στην τηλεόραση το κινέζικο τσίρκο; Τους καταπληκτικούς ακροβάτες που έφτιαχναν πυραμίδες ψηλές σαν τα ψηλά τα σπίτια; Τους ελέφαντες και τα άλογα; Τις πανέμορφες γυναίκες, στολισμένες σαν παγώνια φτιαγμένα από ασήμι και φτερά; Ναι. Τα είχα δει όλα αυτά. Αλλά όχι αληθινά! Όχι μπροστά στα μάτια μου! Δε μπορούσα να απλώσω το χέρι και να τους πιάσω όλους αυτούς, ούτε αυτός που περιέγραφε τα θαυμάσια ήταν πίσω μου, σα να ήμουν κομμάτι τού κύκλου. Να, τώρα! Όλα έγιναν κομμάτι της πραγματικότητάς μου. Τα θαυμάσια αυτά παιδιά, γοητευτικά σαν τα αηδόνια των παραμυθιών που μου αρέσει να διαβάζω ή να σκαρφίζομαι, ήρθαν "στην αυλή μου" να "κελαηδήσουν".
Πάντοτε με διακατείχε μια τρισκατάρατη συστολή. Έτσι και τότε, δε σηκώθηκα από την καρέκλα δίπλα στον πατέρα μου. Ακόμα κι αν δεν ήθελα τίποτα άλλο από το να κοιτάζω τα δυο παιδιά, θα γύριζα να κοιτάξω το πώς συμπεριφέρονται οι τριγύρω. Όχι πολύ, αλλά ντρεπόμουν να χαθώ στη μαγεία. Η παράσταση δεν κράτησε πολύ. Τελείωσε και οι μαγικοί ακροβάτες αποδύθηκαν ξανά το ρόλο τους, σαν παραδείσια πουλιά που αποδύθηκαν το φτέρωμά τους και γίνανε άνθρωποι, μάζεψαν τα πράγματά τους και εξαφανίστηκαν. Άφησαν πίσω τους, όμως, την ιδέα του εξωτικού. Αυτής της ζωής που βρίσκονταν στους αντίποδες της δικής μου.
Αυτό ήταν το σημείο της ζωής μου, από το οποίο και μετά αναλογίστηκα όλους αυτούς τους ρόλους και τα επαγγέλματα που θα τους ταίριαζε ο όρος "εξωτικά". Ο πωλητής του "μαλλιού της γριάς" θα ήταν κάτι τέτοιο. Ο μουσικός, ο ηθοποιός, ο "προβολατζής", κάθε επάγγελμα που άπτεται της ψυχαγωγίας ή είναι περιοδεύον! Αυτό που μου φαντάζει αξιοπερίεργο, είναι το πώς μέσα στα χρόνια βρέθηκα στην αντίπερα όχθη, ή στους "αντίποδες", όπως τους χαρακτήρισα. Πώς, δηλαδή, βρέθηκα να περιοδεύω ως μουσικός, να συνεργάζομαι με περιοδεύουσες θεατρικές παραστάσεις, να εργάζομαι ως τεχνικός σε κινηματογράφους, να λαμβάνω μέρος σε αυτό το απόκοσμο περιβάλλον και να συχνοτίζομαι με αυτά τα εξωτικά όντα. Πώς ανακάλυψα στην πράξη πως οι άνθρωποι μοιράζονται το κοινότυπο και το εξωτικό "εν οίκω" και "εν δήμω" και πώς -βαθιά στον πυρήνα τους- είναι ίδιοι με τον εαυτό που γνώριζα νέο παιδί και έναν χαρακτήρα βγαλμένο από ένα βιβλίο, τον κινηματογράφο ή το δελτίο των ειδήσεων.
θ΄ Μαΐου ,βκδ΄
Ηλιόλουστη μέρα.
(English version)
I went through my child and first-adolescent years as a part of a mediocre family. "Mediocre", signifying "ordinary", rather than characterizing its social or financial status.
The environment in which I lived couldn't be one of a fairy tale, like the ones I enjoy reading or making up. Because it didn't include any outstanding element. It was lacking any magical characteristics around which the fairy tale would play out. Especially with me being the hero. I wasn't particularly beautiful or intelligent. I didn't sing or dance, nor was I good on a craft. That of the tailor, the painter, the musician. There was a guitar at home, on which my brother was learning songs. And his teacher, a cousin that -due to the fact that she was a teacher, teaching something musical- was of a unique significance and had an air of authority. She was directly attached to something surreal. Something that one finds in disc stores, on the radio and -imagine that- the television! If only one could imagine that the guitar within her hands were not a guitar per se, but the staff of a magister, or the tripod of Pythia, in "direct correspondence" with the muses and Apollo...
I have, indeed, been to theater. I remember, very young, on the elementary school, that a play has been hosted at the premises. The building was where now resides the 3rd Lycée of Egaleo. I still remember the two levels of the schoolyard and how the area was called by some "the Russians'", "ta rossika", due to the refugee Pondic Greeks that arrived there from the (then) U.S.S.R. some years before. What I still remember from that show? On some moment, an actor stopped and complained that he never before was met with such a fracas in a school. I distinctively remember that he had held his posture. His hands were still acting in-role, about thirty centimeters from his face and one leg in front of the other. Held his position, and the only body part that went off-role was his head, that turned to address the untamed kids. He succeeded to ease the uproar a bit and dive back to his role. I reconstruct the scene in my mind like his head went out of the cinema screen and then it went back. What's that movie of Woody Alen? The Purple Rose of Cairo. Yet, that was not the circumstances where I realized how out-worldly that art world was. How it was beyond me.
In my early adolescence (and before, but under different circumstances), I was going to my father's home-village during the summers. In its main square, were there were two(!) convenience stores, the press outlet, the grocery store, the butchers, the phone company's department with the public phone and the caffées, the junction of four (or five, depending on counting) roads was free of anything else but the sidewalks of the buildings. So, on a warm summer night, is when I was enchanted. A family of acrobats passed by the village. The father and two siblings. A boy and a girl. They came to the "square", put out their equipment, the rings, the hoops, their stuff -and under the descriptive narration of the father, they did incredible acrobatics.
Were those really "incredible"? Hadn't I already seen the Chinese Circus on TV? The amazing acrobats building pyramids as high as tall houses? The elephants and the horses, the beautiful women, dressed like peacocks made of silver and feathers? Yes. I have seen all that. But not really! Not in front of my eyes! I couldn't reach my hand and grasp them, neither the presenter was behind me, like I was part of the circle. Look now! All that became part of my reality. Those wonderful children, enchanting like the nightingales of the fairy tales I enjoy reading or making up, came to my "court" to "sing".
I was always shy, damn it. Same then, I didn't get up from the chair from my father. Even if I wanted nothing but watch those kids, I would look around to see how people would comport themselves. Not long, but I was ashamed to be lost in magic. The show didn't last long. It finished and the magic acrobats undressed their roles, like birds-of-paradise that took their feathers off and became humans, gathered their equipment and vanished. Though, they left behind the idea of exotic. Of that life that was in the antipode to mine.
Exactly that was the point of my life after which I reflected on all those roles and trades that would correspond to the term "exotic". The seller of the cotton candy would have been something like that. The musician, the actor, the projectionist, any job that relates to entertainment or is travelling! What seems to me odd is how through the years I found myself on the other side, in the "antipode", as I called it. Meaning, how I found myself traveling as a musician, working with touring plays, work as a cinema technician, taking part on that out-worldly environment and share the life of those exotic beings. How I discovered in practice that people share the ordinary and the exotic privately and in public and how -deep in their core- they are the same with that "self" I knew as a child and a character taken out of a book, the cinema or the newscast.
May 9. 2024
Bright day