Τρίτη 25 Απριλίου 2006

Shiraz, στη σειρά.

Πρόλογος:
Όσοι γνωστοί φίλοι διαβάζουν αυτό το κείμενο θα αναγνωρίσουν ότι ένα μεγάλο μέρος του περιλαμβάνει το κείμενο που περιλαμβάνεται στην "τρισαγαπημένη μου μουσική".
Δεν είχα σκοπό να κοινοποιήσω κάποιο απ' αυτά τα κείμενα. Αλλά θα το κάνω για να μπορέσω να απευθύνομαι τόσο σε εσάς όσο και σε όποιον τυχαία (ή επίτηδες) διαβάζει αυτές τις γραμμές αλλά δεν βρισκόταν εκείνο το απόγευμα στο σπίτι να ακούει τις τρισαγαπημένες μου μουσικές και τα λόγια.
Θα ήταν το λιγότερο άδικο για κάποιον έξω από εμάς που βρισκόμασταν εκεί να μην έχει τη δυνατότητα αν επιθυμεί να έχει μια πλήρη εικόνα για τη συνέχεια από το τότε κείμενο.

Δημιούργησα και έναν υπερσύνδεσμο που θα διαρκέσει για τρεις μέρες, εσείς που ήσασταν τον Γενάρη μαζί μου, μην ασχοληθείτε, το έχετε το μουσικό κομμάτι και το έχετε ακούσει.



Το κείμενο του Γενάρη:

"Shiraz"

Μία από τις πιο απρόσμενες εμπειρίες μου από άλλους ανθρώπους
ήταν αυτή που είχα όταν γνώρισα τον Shiraz.

O Shiraz είναι, ή τουλάχιστον ήταν την Κυριακή που ο Αύγουστος ήταν στην
εικοστή πρώτη του μέρα, ένας πωλητής λουλουδιών,
από αυτούς που γυρίζουν ανάμεσα στα τραπεζάκια
στις καφετέριες και τα εστιατόρια και προτείνουν την πραμάτεια τους
σε όσους συντροφεύουν μέλη του θηλυκού γένους.

Εκείνο το βράδυ, την ώρα που στον ουρανό είχε απομείνει μια ιδέα φως
ίσα να ξεχωρίζεις ότι δεν είναι ώρα πολλή που χάθηκε ο ήλιος στον ορίζοντα,
βρέθηκα σε μια καφετέρια με τη φίλη μου τη Ράνια.
Πριν πέντε μέρες είχε τα γενέθλιά της και είναι κάθε χρόνο αφορμή αυτό
για να αλλάξουμε δυο κουβέντες απ' το τηλέφωνο και να δώσουμε ένα ραντεβού
για να ενημερωθεί ο ένας για το πού βρίσκεται η ζωή του άλλου.
Όταν ο Shiraz έφτασε στο μαγαζί, ήμασταν το πρώτο ζευγάρι που είχε μπροστά του.

Μου προέτεινε το δεξί του χέρι με ένα άνθος και εγώ,
προσπαθώντας να είμαι ευγενικός, τον ευχαρίστησα και του είπα πως δεν θα πάρω.
Είδα ότι ξεκίναγε μια προσπάθεια να με πείσει και,
ανυπομονώντας να ακούσω τη συνέχεια από τα σημαντικότατα νέα της Ράνιας,
του εξήγησα πάντα μιλώντας εγκάρδια ότι αν και είχα ήδη ευχαριστήσει
και αρνηθεί την προσφορά του, δεν επρόκειτο να αγοράσω κάποιο άνθος.
Έτσι, έφυγε να συνεχίσει τη δουλειά του παραπέρα.

Μετά από δέκα λεπτά, επέστρεψε. Θέλησε να μου μιλήσει και κάθησε,
αφού ρώτησε πρώτα, στην καρέκλα δίπλα μου.

Μου είπε ότι αισθάνθηκε ότι είμαι ένας καλός άνθρωπος και ότι η συμπεριφορά
έχει την μεγαλύτερη σημασία από όλα τα άλλα.
Μου προσέφερε ένα τριαντάφυλλο από την πραμάτεια του
που δέχτηκα με τόση ευγνωμοσύνη, όση και έκπληξη.
Συνέχισε να μου μιλάει για να μου ευχηθεί καλή τύχη
για εμένα και την παρέα μου.
Σαν απάντηση στην ερώτησή μου:
"Σε ευχαριστώ, και για να σε ευχαριστήσω για λογαριασμό μου,
τί θα μπορούσα να κάνω εγώ για εσένα;"
Μου είπε "τίποτα" και αρνήθηκε οτιδήποτε.


Περάσαν μέρες.
Τα λόγια όμως και η συμπεριφορά του Shiraz,
η συμπεριφορά στην οποία τόση σημασία δίνει,
έμειναν ζεστά στην καρδιά μου
ώστε να θυμάμαι το όνομά του και ν' αρχίσω να γράφω αυτό εδώ το κείμενο.
Αναλογίστηκα το τί μου θυμίζει το όνομά του.

_._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._

Υπάρχει στη γη του Αζερμπαϊτζάν ένας παίχτης του "κεμάντζα",
ενός τοξοτού έγχορδου που ομοιάζει της λύρας ή του βιολιού,
ο οποίος ονομάζεται Χαμπίλ Αλίεφ (Habil Aliev).
Πρώτη φορά τον άκουσα σε μια κασσέτα που είχα αγοράσει από την "Πανδώρα"
με μουσικές από το Αζερμπαϊτζάν (Azerbaycan, όπως έγραφε στα τούρκικα).
Αργότερα βρήκα ένα CD με μουσική του από κάποια γαλλική εταιρία
το οποίο αγόρασα δίχως δεύτερη σκέψη.
Το κομμάτι του που υπήρχε στην κασσέτα και τόσες φορές είχα ακούσει
ήταν το τελευταίο από τη δεύτερη πλευρά της.
Ένα υπέροχο κομμάτι στον αγαπημένο μου ρυθμό
(ρυθμός που υπάρχει στην πλειονότητα των σκοπών και τραγουδιών του Αζερμπαϊτζάν)
και σε μακάμ* Bayat-i Shiraz.

_._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._._

Μετά από τριάντα μέρες από τη συνάντησή μου με τον Shiraz,
και αφού είχα αρχίσει να γράφω για τη συνάντησή μας,
χωρίς όμως να έχω ξεπεράσει την τέταρτη παράγραφο, ξαναβρεθήκαμε.

Είχαμε πάει με τον Μπάμπη στο "μέλι" στην Πετρούπολη
και εν μέσω μιας κουβέντας μας απ' αυτές που ευχαριστιέμαι να κάνω με τον Μπάμπη και που δεν κάνω με πολύν κόσμο πια,
είδα κάποιον να μπαίνει με λουλούδια στα χέρια που έμοιαζε γνωστός.
Επειδή δεν φαινόταν το πρόσωπό του, σταμάτησα τον Μπάμπη
και του είπα ότι νομίζω ότι είδα έναν γνωστό.
Όταν γύρισε προς το μέρος μας και τον αναγνώρισα του απεύθυνα τον λόγο.
Ο Shiraz συνοφρυώθηκε, όπως κάνουμε συχνά,
σάμπως να θέλουμε ασυνείδητα να πούμε στους άλλους:
"Αυτή τη στιγμή κοιτάζω κάτι και προσπαθώ να ανακαλύψω
κάτι πάνω του που να το κάνει γνωστό, να το εξηγεί."
Όπως αν δυο κλωστές να τραβάν προς τη μύτη τα φρύδια μας,
όχι από τις άκρες, αλλά από το κέντρο τους.
Όταν επιτέλους τα καταφέρνουμε, τα φρύδια απομακρύνονται
σαν οι ίδιες κλωστές να αλλάξανε φορά...
Και φωναχτά μοιραζόμαστε την ανακάλυψή μας.

Αυτό δεν συνέβη στον Shiraz.
Χρειάστηκε να του διευκρινίσω το πού είχαμε συστηθεί,
αλλά ακόμα και τότε μου ζήτησε συγνώμη ρωτώντας για λεπτομέρειες.
Δεν υπήρχε σημάδι από αγριόχοιρο, ή αγκίστρι, ούτε Ευρύκλεια.
Ξανακάναμε τις συστάσεις,
μοιράστηκε μαζί μας την κακή περίοδο για το επάγγελμά του,
μα είναι περιττό να αναφέρω ότι δεν δέχτηκε βοήθεια;
Μοιράστηκε μαζί μας άλλα δυο τριαντάφυλλα από την πραμάτεια του.
Μοιράστηκε μαζί μας την δυσκολία του να μάθει ελληνικά
σε αυτούς τους τρεις μήνες που ήταν εδώ.
"Δύσκολη γλώσσα" ("Such a difficult language"),
αλλά ακόμα και στα αγγλικά, άδραξα την ευκαιρία
να τον ρωτήσω για αυτό που με απασχολούσε τον τελευταίο μήνα,
περιέργως περισσότερο από το τί συνέβη στην πρώτη μας συνάντηση,
ή πάλι, ίσως ακριβώς λόγω της ιδιαίτερης συμπεριφοράς του
στην πρώτη μας συνάντηση:
Το νόημα του ονόματός του.

Το όνομα ενός ανθρώπου δε μένει αμέτοχο της ιστορίας της ζωής του.
Ακόμα και ένα όνομα από αυτά που σημαίνουν κάτι όμορφο
αλλά ο ήχος, η παραποίησή ή η κακή χρήση τους
κρύβει τη σημασία του από τα αυτιά της άγνοιας.
Ακόμα και αυτό, όπως όλα, βαστάει κάτι από τότε που ο άνθρωπος
λάμβανε το όνομα που του άρμοζε σύμφωνα με τη ζωή που διήγαγε.
Τώρα πια, αυτή η εποχή έχει παρέλθει, μα στιγμές
μοιάζει να έχει αλλάξει ο ρόλος ανάμεσα στη ζωή και το όνομα.
Σα να θυμάται κάτι από την σχέση που συνήθιζε να έχει το ένα με το άλλο.
Στιγμές, μοιάζουμε με αυτούς από τους οποίους "κληρονομήσαμε" το όνομά μας.
Στιγμές, μοιάζουμε με τους συνονόματούς μας.
Στιγμές, μοιάζουμε με το όνομά μας.

Όταν με ρώτησε, τα αγγλικά μου δεν έφτασαν να εξηγήσω το όνομά μου.
Πριν μου πει για τους ελάχιστους κακούς, τους πιο πολλούς καλούς,
τους πολλούς που είναι σκληροί και τους σπάνιους αγγέλους, μου απάντησε:
Στην θρησκεία του είπε, δεν ανάφερε τη γλώσσα του,
Shiraz ονομάζεται το φως.


Τετάρτη, κη' Σεπτεμβρίου ,βε'
11:40 μ.μ.
Μιας βδομάδας φθινόπωρο,
τα χρώματα αλλάζουν γλυκά.




*μακάμ (maquam) ονομάζεται στην αραβοπέρσικη και γενικότερα ανατολική μουσική
ο μουσικός τρόπος, ο δρόμος.
Κυριολεκτικά στα αραβικά σημαίνει "σημείο"
και έχει και άλλες έννοιες και χρήσεις σε σχέση με την μουσική της υπόσταση.



Η συνέχεια:

Από τότε, είδα ξανά τον Shiraz στο Ίλιον και στους Αγίους Αναργύρους. Τον θυμόμουν και με θυμόταν και πάντα υπήρχε εγκαρδιότητα.
Υπήρξε και φορά που δεν προλάβαμε να πούμε τίποτα άλλο από το αν θέλω ένα λουλούδι.
Υπήρξε και φορά που αν και ήθελα να βοηθήσω αγοράζοντας ένα δεν μπορούσα.

Τελευταία φορά είδα τον Shiraz πριν από λίγο. Γύρναγα από τη δουλειά και φεύγοντας από το περίπτερο που στάθηκα να πάρω ένα σάντουιτς να ξεγελάσω την πείνα μου τον είδα μπρος μου. Ο ίδιος με είχε αναγνωρίσει πριν ακόμα κοιτάξω κατά το μέρος του.

Με πλησίασε με χαμόγελο στα χείλη και μου ευχήθηκε χρόνια πολλά για την ανάσταση. "Μεγάλη γιορτή" μου είπε. Μου έδειξε την πραμάτεια του και μου ζήτησε να διαλέξω ένα λουλούδι για να μου χαρίσει "σαν φίλος, χωρίς λεφτά", λόγω των ημερών. Διάλεξα, αλλά δε μου πήγαινε καλά. Ήθελα κι εγώ να μοιραστώ κάτι δικό μου μαζί του.
"Σου αρέσει ο κινηματογράφος;" Τον ρώτησα σα αγγλικά.
"Προτιμούσε τον ξένο και όχι τον ελληνικό." Φαντάστηκα τί θα είχε δει, και τί θα καταλάβαινε απ' αυτόν και δε μπόρεσα να τον κατηγορήσω για αυτό.
Του έδωσα λοιπόν το εισιτήριο που μου είχε ξεμείνει για τον Απρίλιο.
Σχεδίαζα αύριο το απόγευμα που έχω ρεπό να πάω να δω το "Libertine", αλλά πιο πολύ χάρηκα που (μάλλον αύριο) ο Shiraz θα πάει να δει ένα παραμύθι της επιλογής του.

Έβαλα το τριαντάφυλλο στο νερό και βιάστηκα να μοιραστώ με τους φίλους μου την τελευταία μου συνάντηση.
Λόγια για τη χαρά, την ικανοποίηση που πήρα απ' αυτή δεν έχω.
Ήταν κι αυτή μια παρένθεση*.
Θα παραμείνω στην σύντομη περιγραφή.

Τρίτη του Πάσχα, κε' Απριλίου ,βστ'
11:08 μ.μ.
Κι ένας άνεμος ήπιος, δροσερός μπαίνει από την μπαλκονόπορτα.

*Επιφυλάσσομαι να εξηγήσω την έννοια της "παρένθεσης" σε προσεχές κείμενο.

Σάββατο 22 Απριλίου 2006

Μαρμαρυγή

Είπα πάλι να περπατήσω γυρίζοντας απ' τη δουλειά και κατέβηκα στον "Άγιο Ελευθέριο". Ήταν ακόμη είκοσι λεπτά να πει το ρολόι έξι τ' απόγευμα. Στάθηκα στη γέφυρα κι αγνάντεψα δυτικά.
Ήταν το φως του ήλιου που χτύπαγε στα παραθύρια και στις θύρες των σπιτιών κι εκσφεντονιζόταν παντού. Έφτανε από χίλια σημεία και στα μάτια μου, να ομοιάζει με τη μαρμαρυγή της θάλασσας.
"Σ' αυτή τη θάλασσα ζω κι εγώ ανάμεσα και περπατώ". Χαμογέλασα μέσα μου πειραχτικά. "Κι άμα διαλύσει ο άνεμος τα σύγνεφα τα πρωινά, τα βροχοφόρα, φτιάχνουν ο ήλιος και το φεγγάρι στα παραθύρια των σπιτιών δρόμους φωτεινούς ν' ακολουθήσω."

6:08 μ.μ.
Μ. Σάββατο, κβ' Απριλίου ,βστ'

Υ.Γ. Ύστερα ξανάσμιξαν τα σύγνεφα και κάνανε σχήματα σα ζωγραφιές του Μιχαήλ Άγγελου.
Όπως είχε πει και ο Γιώργος πριν από χρόνια κοιτώντας ένα ηλιοβασίλεμα:
"Γεια σου ρε Θεέ - Ντα Βίντσι!"

Πέμπτη 13 Απριλίου 2006

Ανασκαφές

Ψάχνοντας άλλα κι άλλα βρήκα ένα άτιτλο από το Γενάρη του 2001 σε ένα χαρτί, σχεδόν διαλυμένο, και μ' άρεσε. Το περίσωσα το λοιπόν.
Ωραία να ξανανακαλύπτεις και να εκπλήσσεσαι:

Το πέπλο του έρωτα σαν ντύνω το κορμί σου,
ποια καλονή την ομορφιά σου δε ζηλεύει;
Αυτή η χαρά που το στομάχι μου παιδεύει
είναι στεφάνι που σου πρέπει στα μαλλιά.

Ακούς καρδιά τη μουσική σαν τραγουδάει;
Μα, πιο πολύ, ακούς την σα σιγεί;
Η μεγαλειότητα μου παίρνει την πνοή.
Δώσ' την μου πίσω, δώσ' τη μ' ένα σου φιλί.

Το πέπλο του έρωτα σαν ντύνω το κορμί σου,
τα άνθη γύρω σου ανθίζουν να σε φτάσουν.
Μα όσα άνθη κι αν ερθούνε κι αν περάσουν,
θά 'ναι στεφάνι στα ξανθά σου τα μαλλιά.

Νωρίς το βράδυ,
Τετάρτη, λα' Ιανουαρίου ,βα'

Busca tu rio

Τελείωσα κατά τις τέσσερις παρά από τη δουλειά και βγήκα να πάρω το 500.
Κατά τις 04:26 ήμουν ήδη στον Άγιο Ελευθέριο κι αποβιβαζόμουν.
Εκεί το είδα.
Ήταν μεγάλο και φώτιζε τη δύση όπως θέλουμε να φωτίζουμε τις νύχτες που ξαγρυπνούμε με μια διάθεση ρομαντισμού.
Ρομαντισμού; Δεν είμαι σίγουρος ότι ξέρω τί σημαίνει ο όρος...
Αυτό που θέλω να πω είναι ότι έχουμε μια διάθεση που μας κάνει να λέμε ότι τα πράγματα είναι υπέρ της ζωής και όσων την συντηρούν και την εξυψώνουν, όχι το αντίθετο. Ό,τι κι αν σημαίνει για εμάς αυτό.

Το φεγγάρι φάνταζε φωτεινό και όμορφο.
Πιο πριν, όταν δεν είχα σχολάσει ακόμα σκεφτόμουν να πάρω ένα ταξί και να φτάσω νωρίς σπίτι μπας και κοιμηθώ καμμιά ώρα παραπάνω αυτή τη φορά. Αλλά λογάριαζα χωρίς τον ξενοδόχο.
Στο μπλιμπλίκι άκουγα το "Nací en al amor" (γεννημένος στην αγάπη) και αποφάσισα να το πάρω πάλι με τα πόδια.

No tengo lugar y no tengo paisaje, Yo menos tengo patria.
(Δεν έχω μέρος και δεν έχω γη, λιγότερο έχω πατρίδα.)

Θα έκανα αυτή τη διαδρομή για να βλεπόμαστε με το φεγγάρι και θα απολάμβανα το πρωινό. Αυτά τα δυο-τρία χιλιόμετρα μέχρι το σπίτι τα έχω κάνει πολλές φορές γιατί δε μου περίσσευαν λεφτά για ταξί, τί θα με πείραζε τώρα, που είχα και λόγο σοβαρό;

Αυτή τη φορά μάλιστα δεν πήρα την ευθεία οδό.
Μετά την εθνική οδό κάτω απ' τη γέφυρα, στο πρώτο στενό που μου έκανε γούστο έστριψα και μπήκα στις γειτονιές. Στις γειτονιές που δεν βλέπω σαν πάω ή γυρίζω απ' τη δουλειά, γιατί δε μ' αφήνουν οι παρωπίδες.

Το μπλιμπλίκι παίζει "Calexico" και εγώ περνάω εξ' ίσου καλά με το απόγευμα που με χτυπούσε ο ήλιος στο τρένο και ανακάλυπτα σαν αρχαιολόγος πάνω στο χαρτί, με σκαπάνη το στυλό μου, το διάλογο μιας κοπέλας με τον προπάππου της.

when you can't find the hours
days keep on slipping thru
avenues under construction
blocking out your sky blues
burried beneath the letters
bills and the junk in the mail
finding the strain to your heart
from the troubles down the trail

Σ' ένα σπίτι απλωμένα ρούχα παιδικά.
Σ' άλλο, μες στον κήπο, άνθη μυροβόλα.

Πίσω από τα κτίρια, προβάλλει και εξαφανίζεται ο συνοδοιπόρος μου δορυφόρος.
Ναι, πηγαίνουμε κι οι δύο δυτικά.

everyday on my way home
the clouds would break and the angels
would sing their refrain


Στους δρόμους τους έρημους το βήμα μου ακούγεται μες στην ησυχία των πέντε παρά.
Η μουσική που ακούω μόνος και τα βήματα μου που ακούει όποιος είναι ξύπνιος.
Αντανακλά ο ήχος στους τοίχους των ταπεινών σπιτιών.
Πάλι γράφω χιλιόμετρα. Ούτε αυτά τα παπούτσια θα κρατήσουν, σαν όλα τα προηγούμενα.

So close your eyes
Slow your breath
Dream of northern lights
Around this dance of death


Αυτό μου αρέσει, βάζω το μπλιμπλίκι να το παίζει συνεχώς.

No abandones, no llores, busca tu rio
No te sientas perdido
Gira, vuelta y vuelta gira
Danza de la muerte
Que viene a verte
Bailala

(Μην εγκαταλείπεις, μην κλαις, ψάξε τον ποταμό σου.
Μη νιώθεις απώλεια
Γύρισε, ξανά και ξανά γύρισε
Χορός του θανάτου
που έρχεται στο άδειασμα
Στριφογύρισε)

Ξαναβγήκα στο δρόμο και μετά από λίγο έστριψα δεξιά.
Μπήκα σε ένα σκοτεινό δρόμο και πηγαίναμε παράλληλα.
Εγώ στο δρόμο, ο δορυφόρος πίσω από τα σπίτια.

Κι οι δυο πηγαίναμε δυτικά.

Λίγο με λίγο οι δρόμοι γινόντουσαν και πιο γεμάτοι, οι συναντήσεις πιο συχνές.

Πηγαίναμε και οι δύο να δύσουμε.

Η ανατολή στην πλάτη μας.

Χαθήκαμε κι οι δυο από τους δρόμους.

No abandones, no llores, busca tu rio
No te sientas perdido
Gira, vuelta y vuelta gira


*Η μετάφραση είναι δικιά μου και πολύ πιθανά, από λίγο έως πολύ, λάθος.
Δε γράφω τί λέει το τραγούδι, αλλά το τί ακούω.

Ημέρα πια

Σάββατο 1 Απριλίου 2006

Πρώτη Απρίλη

Ήμουν από νωρίς το πρωί όρθιος σήμερα και θα έβλεπα σίγουρα παιδιά, δε θα ξεχνούσα ότι είναι η πρώτη του Απρίλη.
Δεν ξέρω από πού έρχεται και αν είναι "έθιμο", "παράδοση", αυτή η συνήθεια να λέμε ψέματα, να κάνουμε πλάκα κάθε τέτοια μέρα του χρόνου, μα σ' αυτό το έθιμο θα γυρίσω τα νώτα μου.
Όχι γιατί δε μου πάει να λέω ψέματα.
Έχω πει πάρα πολλά στη ζωή μου.
Όχι πολλά, πάρα πολλά.
Και πώς μου πήγε!

Δεν είναι όμως το ψέμα και η κοροϊδία που λείπει από τη ζωή μου, είναι η αλήθεια, η ειλικρίνεια.
Γιατί λοιπόν να ταΐσω το υπερτροφικό μου κομμάτι και να αφήσω να πέσει το ισχνό που έχω ανάγκη του;

Σκέφτηκα λοιπόν το πρωί που έβγαινα από την εξώπορτα του σπιτιού μου στο φως, να πράξω ανάποδα. Ήθελα αντί να πω ένα ψέμα, να πω τουλάχιστον μια αλήθεια στους φίλους που θα συναντούσα. Ή έστω στους αγνώστους. Σ' αυτούς -το ξέρουμε καλά εμείς που γράφουμε ανώνυμα- είναι πιο εύκολο.

Αν δε μπορώ τα δύσκολα με τη μία, ας ασκηθώ στα εύκολα.
Οι αρετές που επιθυμώ, ο εαυτός που αποζητώ δε χτίζεται μέσα σε μια στιγμή.
Ακόμα και η απόφαση να αλλάξω προς το καλύτερο, η συνείδηση ότι χρειάζομαι αλλαγή, καλλιεργούνται λίγο λίγο μέσα μου και ξεφανερώνονται κάποια στιγμή.
Κι όταν γίνει αυτό, θέλει κόπο και συνεχή προσπάθεια η γύμναση του εαυτού που είχε παραμεληθεί.
Δε γίνεται να τρέξω μαραθώνιο με τη μια.
Αυτό που γίνεται, είναι να κρατάω συνεχώς το στόχο μου στο μυαλό.
Βήμα το βήμα μπορεί να καταφέρω να διανύσω τα στάδια.
Αν δε λησμονηθεί ο προορισμός.
Αν δε θαμπώσει η εικόνα του απ' τον ιδρώτα στα μάτια.
Αν δε σβήσει η ηχώ του ανάμεσα στους γογγυσμούς.
Αν δε βουλιάξει και πνιγεί η αίσθηση στον κόπο.


Είναι φορές που είχε φτάσει μέσα μου η ώρα να πω μιαν αλήθεια και τόσο αμάθητος ήμουν να λέω αλήθειες ουσιώδεις, που το στομάχι μου δενότανε κόμπος, οι σκέψεις μου τριγυρίζανε στο νου μου σαν το πιπέρι στο μύλο και με δυσκολεύαν να βρω τις σωστές λέξεις να εκφράσω την πραγματικότητά μου. Τα μάτια μου, η φωνή μου, η κορμοστασιά μου, αλλοιωμένες από την προσπάθεια να ξεσκεπάσω από τα ρούχα του τον εαυτό.
Και με κάποιον μικρό θυμό για όλα αυτά, έναν φόβο.
Σαν ερωτική εξομολόγηση εφήβου τρομαγμένου.

Σε εκείνες τις φορές, δε μπόρεσα πάντα να κρατήσω την προσοχή των ακροατών μου.
Άλλοτε, δε μπόρεσα να τους πείσω πως την πιο βαθιά αλήθεια μου τους αποκάλυπτα.
(Τί δυνατοί, τί φοβεροί ανταγωνιστές τα ψέματά μας στις αλήθειες μας!)
Σ' αυτές τις περιπτώσεις μου έμενε μόνο η ικανοποίηση πως τα κατάφερα να την ξεστομίσω την αλήθεια.
Μα, κακά τα ψέματα, δεν ήταν αυτός ο σκοπός που τα ξεστόμιζα. Μια αλαζονεία που θα με τοποθετούσε στους "ειλικρινείς" και θα με ανέβαζε "...πέρα ψηλά στην τιμή και την πεποίθησή μου...", μα η ανάγκη να με δουν και να με αποδεχτούν για αυτό που πραγματικά βρίσκεται κάτω από τους θώρακες, τα κράνη, τις περικνημίδες, τις ασπίδες, τα γάντια και όλο αυτό το συφερτομάνι που χρησιμοποιώ για προστασία.
Όταν γυμνή αφήνω την αλήθεια μου, είναι για να αγγίξω μ' αυτή και να μ' αγγίξουν.
Να νιώσω.

Υπήρξαν βέβαια με τον καιρό και την προσπάθεια και φορές που η αλήθεια βρήκε τα λόγια, το βλέμμα, την κορμοστασιά και τη φωνή της. Και τότε η χαρά και η ανακούφιση σβύναν όλο το μαύρο από τα ψέματα (τις αλήθειες που δεν ήρθανε ακόμα) παρελθόν.

Υπήρξαν και λίγες, πολύ λίγες φορές που άγγιξα, που με αγγίξαν.
Που ένιωσα.
Αυτές δεν ξέρω αν μπορώ να τις περιγράψω, μα θαρρώ πως δεν είναι ανάγκη.


Από το πρωί όμως μέχρι τα τώρα (θα το πιστέψει κανείς;), ούτε μια κουβέντα δεν έκανα έξω από κουβέντες γύρω από τη μουσική, τα κομμάτια, τα επόμενα μαθήματα, τις δακτυλοθεσίες.
Κι έξω από μελωδίες αλλονών, αλήθειες δικιές μου δεν έδειξα.

Οι πρώτες σκέψεις που ξετυλίχτηκαν, οι πρώτες αλήθειες ίσως, ήταν αυτές που έγραψα εδώ.
Αυτές και, θυμήθηκα τώρα, αυτό που είπα στο Γιάννη, ότι μελετώντας ξανά και ξανά κάποιες μουσικές και ανακαλύπτοντας συνεχώς καινούργια πράγματα, όμορφα σ' αυτές, καινούργιους τρόπους να κοιτάζω, μου μοιάζει πως έγινα καλύτερος άνθρωπος.

Καλό μήνα λοιπόν.

8:28 μ.μ.
Σάββατο, α' Απριλίου ,βστ'

Υπέροχη μέρα,
από την ανατολή
ως τη δύση.