Είναι μια φαντασίωση που γεννήθηκε από μια εικόνα. Μα αυτό συνέβη καιρό μετά από όταν είδα την εικόνα, όταν θέλησα να την περιγράψω στον εαυτό μου σαν σε τρίτο.
Ήταν από τις φορές που κοιτώντας τριγύρω μας αντικρίζουμε κάποιον που αιχμαλωτίζει το βλέμμα.
Έτσι και με αυτά τα σκούρα καστανά μαλλιά που φαινόντουσαν βρεγμένα εκείνο το βράδυ του χειμώνα και χυνόντουσαν σχεδόν ως τη μέση, κυμαινόμενα και εντυπωσιακά.
Μου έμεινε αυτή η εικόνα μέσα στο νου για καιρό πολύν. Την ανακαλούσα όταν σκεφτόμουν πόσο τα μαλλιά μιας γυναίκας μπορούν να είναι θέλγητρο.
Μιαν ώρα λοιπόν πού 'χα αυτή την σκέψη, μού 'ρθε η φαντασίωση:
Αυτά τα μαλλιά άρχισαν να μεγαλώνουν. Να μακραίνουν και να παχαίνουν ώσπου γίνηκαν σαν δέσμες μεγάλες από καλαμιές, που ξεκινούσαν από πιο ψηλά απ' όσο μπορούσα να δω και κατέληγαν στο έρεβος κάτω μου. Ήταν δε παντού τριγύρω μου.
Και συνέχισαν να αυξάνουν στο πάχος, μα όχι στο ύψος, γιατί μεταμορφώθηκαν σε ένα πευκοδάσος που το χώμα του ήταν γεμάτο βελόνες από τα ψηλά δέντρα τα ευθυτενή.
Έτρεχα ανάμεσα στους ψηλούς κορμούς, με μια χαρά που ο ήλιος έστελνε τις αχτίδες του να φτάνουν ως το γελαστό μου πρόσωπο.
Ω, πώς η ευτυχία με περιστοίχιζει σαν τα δέντρα μέσα σ' αυτό το δάσος!
Τετάρτη, ιη' Ιανουαρίου ,βστ'
16:26
1 σχόλιο:
Καλώς όρισες Ιωάννη.
Δημοσίευση σχολίου